Δευτέρα 27 Μαΐου 2013

Για το «Παναττικό Συνέδριο για το ρόλο των Δημοτικών Κοινοτήτων» - του Βασίλη Δημητριάδη

Γράφει ο Βασίλης Δημητριάδης - Τοπικός Σύμβουλος της Δημοτικής Κοινότητας Γέρακα

Με την ευκαιρία της διοργάνωσης του “1ου Πανατικού συνεδρίου των δημοτικών κοινοτήτων” όπως αυτό αναφέρεται στις σχετικές προσκλήσεις, θα ήθελα να καταθέσω τις προσωπικές μου απόψεις, μετά από 2,5 χρόνια συμμετοχής σε αυτό το όργανο της δημοτικής ενότητας Γέρακα όπου έχω εκλεγεί. Θα ξεκινήσω κατ΄ αρχήν αναφέροντας πως δεν μπόρεσα να παρευρεθώ στις εργασίες του συνεδρίου, η εργασία μου στον ιδιωτικό τομέα δεν μου το επέτρεψε επειδή διοργανώθηκε πρωϊνές ώρες. Δεν μπορώ να γνωρίζω τους λόγους που επελέγησαν ώρες όπου το σύνολο των εργαζομένων και των παραγωγικών ηλικιών βρίσκεται στην εργασία του και όχι κάποιο Σαββατοκύριακο ή απόγευμα.

Προφανώς υπάρχει κάποια γενική αντίληψη την οποία δεν μπορούμε να ανατρέψουμε πως αυτές οι σημαντικές δραστηριότητες που αγγίζουν την πρωτοβάθμια αυτοδιοικητική μας πραγματικότητα αποτελούν αποκλειστικό προνόμιο είτε εισοδηματιών, είτε συνταξιούχων, είτε δημοσίων υπαλλήλων, είτε ελ. επαγγελματιών (το τελευταίο με σοβαρή επιφύλαξη).

Αν λοιπόν οι διοργανωτές θεωρούν πως είχαν δικαίωμα του εκ των πραγμάτων αποκλεισμού εκλεγμένων και εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, τότε ήδη το πρώτο συνέδριο ελέγχεται σοβαρά για την αντιπροσωπευτικότητά του. Επί του προκειμένου, μετά από δύο χρόνια τακτικότατης παρουσίας μου στις συνεδριάσεις του οργάνου του Γέρακα, έχω να επισημάνω τα εξής:

Πως πρόκειται σαφέστατα για ένα θεσμικό όργανο το οποίο δημιουργήθηκε απλά για να μετριάσει τις τυχόν τοπικιστικού χαρακτήρα αντιδράσεις στις κοινωνίες που “ένωσε” ο «Καλλικράτης», δίνοντας τους μία ψευδαίσθηση τοπικής διοίκησης. Πέραν αυτού χρησιμότητά γι αυτά τα όργανα (ιδιαίτερα στους δήμους της Αττικής) δεν παρατήρησα πως υφίσταται. Η άποψη του καθενός από τους εκλεγμένους σε αυτό δεν έχει κανένα ιδιαίτερο βάρος σε σχέση με αυτή κάποιου μη εκλεγμένου. Άλλωστε ο κάθε πολίτης μπορεί -αν έχει τη διάθεση- να γυρνά στους δρόμους και να εντοπίζει προβλήματα τα οποία θα θέτει υπόψη της διοίκησης του Δήμου. Και ειλικρινά πιστεύω πως η διαδικασία και ο χρόνος για την επίλυσή τους θα είναι ακριβώς τα ίδια… Η μόνη αρμοδιότητα που παρέχει ο νόμος, αυτή των προεγκρίσεων αδειών καταστημάτων, κάτι που ούτως ή άλλως είναι πρακτικά άνευ νοήματος αφού θα αρκούσε για κάτι τέτοιο απλά ο έλεγχος και η έγκριση από κάποιους υπαλλήλους του δήμου. Άλλωστε συχνά διαπιστώνουμε πως υπάρχουν επιχειρήσεις που ήδη λειτουργούν επί μήνες χωρίς προέγκριση και χωρίς να ελέγχεται το νόμιμο της λειτουργίας τους. Εν πάση περιπτώση θα μου πείτε, σε αυτή τη χώρα βλέπουμε και χειρότερα και θα συμφωνήσω. Όμως θα αναρωτηθώ… ποιος ο λόγος για ένα ενεργό μάλιστα πολίτη (όπως είναι τα περισσότερα μέλη των τοπικών συμβουλίων) να συμμετέχει σε ένα τέτοιο όργανο; Δεν έχω δυστυχώς απάντηση…

Ιδιαίτερα μάλιστα μετά τις υπουργικές αποφάσεις του εξωκοινοβουλευτικού υπουργού της προηγούμενης κυβέρνησης κ. Γιαννίτση, ο οποίος επιπλέον στέρησε από το θεσμικό αυτό όργανο ακόμα και την δημοκρατική διαδικασία να εκλέγει το προεδρείο του, (άρθρο 6, παρ.16 του Ν. 4071/2012) είναι σαφές πως η πολιτεία αντιλαμβάνεται τους εκλεγμένους στα συμβούλια των δημοτικών κοινοτήτων, όχι σαν θεσμικούς λειτουργούς, αλλά ως διακοσμητικά στοιχεία των ΟΤΑ.

Θα με ρωτήσετε το απλό “γιατί δεν παραιτείσαι” και με το δίκιο σας. Ειλικρινά είναι αλήθεια πως δεν μπορώ να υποστηρίξω πως με τη συμμετοχή μου στο τοπικό συμβούλιο νιώθω χρήσιμος στον τόπο μου και στους συμπολίτες μου. Όμως απέναντι τους, έχω να δώσω λόγο και αυτό κάνω τώρα.

Η παραίτησή μου είναι ο εύκολος δρόμος που ταυτόχρονα τους περιφρονεί και αυτό δεν θα το κάνω γιατί δεν έχω μάθει να εγκαταλείπω τις “μάχες” μου. Άλλωστε την ιδιότητα μου ως “ενεργού πολίτη” τη φέρω ούτως ή άλλως ασκώντας τη μέσω του Συλλόγου ΠΗΓΗ με τρόπο που καθορίζω εγώ και οι συνάδελφοί μου με όποιο τρόπο θεωρούμε προσφορότερο και αποτελεσματικότερο για τους συμπολίτες μας. Επίσης και η αμφίδρομη διάθεση συνεργασίας με την δημοτική αρχή και ειδικότερα τον Δήμαρχο της πόλης μας πάντα υπάρχει και πολλές φορές έχει δώσει αποτελέσματα. Όσο όμως αφορά το ζήτημα μας που είναι ο ρόλος των δημοτικών κοινοτήτων μέσα στην Τ.Α και εδώ αυτό που κατά την ταπεινή μου άποψη μπορώ να πω, είναι πως όλο το πλαίσιο του Νόμου πρέπει να επανεξετασθεί. Ξεχωριστά ίσως για κάθε περιφέρεια της χώρας.

Γιατί στην επαρχία όπου οι αποστάσεις των δημοτικών κοινοτήτων από το διοικητικό κέντρο είναι μεγάλες σίγουρα χρειάζεται αναβάθμιση των αρμοδιοτήτων τους.

Αντίθετα στην Αττική, όπου τα κέντρα διοίκησης πολλές φορές συστεγάζονται, θεωρώ πως είναι περιττή η ύπαρξή τους, εκτός εάν θελήσουμε να προχωρήσουμε ένα βήμα παραπάνω σε ένα πραγματικά αποκεντρωμένο τρόπο διοίκησης ο οποίος όμως προϋποθέτει εκ βάθρων αλλαγές στη νομοθεσία όσο αφορά την αντιπροσωπευτικότητα των οργάνων αλλά και από τους πολίτες μια ωριμότητα πάνω στα κριτήρια επιλογής των προσώπων που μετέχουν σε αυτά. Και επειδή έχουμε πολύ δρόμο ακόμα να διανύσουμε προς αυτό το στόχο, και το ζήτημα χρειάζεται αρκετές σελίδες για να αναλυθεί, προτιμώ να μην επεκταθώ.

Είναι σαφές όμως πως το σύστημα “μπάζει” από πολλές μεριές και θεωρώ πως η αντιπροσωπευτικότητά του είναι ελάχιστη.

Όταν βλέπουμε το παράδοξο να μετέχουν στα αυτοδιοικητικά όργανα πρόσωπα με 100 σταυρούς και να μη μετέχουν άλλοι με πολλαπλάσιους, τότε για ποια αντιπροσωπευτικότητα ή και δημοκρατικότητα μιλάμε;

Όταν υποχρεώνεται κάποιος που θέλει να ασχοληθεί με τη δημόσια ζωή στον τόπο του να μετέχει υποχρεωτικά σε κάποιο συνδυασμό και να μην έχει τη δυνατότητα να θέσει ανεξάρτητη υποψηφιότητα, τότε τι συμπέρασμα βγάζουμε;

Με λίγα λόγια το πρόβλημα δεν το εντοπίζω μόνο στην λειτουργία των τοπικών συμβουλίων αλλά θεωρώ πως είναι πολύ πιο ευρύ και γι αυτό αναφέρω τον όρο «ωριμότητα».

Βέβαια, μέσα σε μια Ελλάδα που προσπαθεί να επιβιώσει, όλα τα παραπάνω έρχονται σε δεύτερη μοίρα. Και ο καθένας από όλους εμάς όπου και να βρίσκεται ιδιαίτερα όταν δεν «είναι και από τζάκι», ανάμεσα στις κοινωνικές δράσεις υποχρεούται να συμπεριλάβει και… δράσεις επιβίωσης της οικογένειάς του…