Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2012

Η ιστορία…δυστυχώς επαναλαμβάνεται - της Άννας Γρινέζου-Γρηγοριάδου

Όλοι έχουμε δει ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου της δεκαετίας του ΄60 με θέμα την ξενιτιά. Θυμάμαι πολύ καλά κάποιες εικόνες από αυτές τις ταινίες.

Εικόνες αποχωρισμού συγγενών, αγαπημένων προσώπων, ζευγαριών σε γάμο ή σε σχέση, στο λιμάνι του Πειραιά. Έκλαιγαν αυτοί που έφευγαν στο άγνωστο, μουδιασμένοι, σπάραζαν κι αυτοί που έμεναν πίσω κουνώντας το μαντήλι. Και μαζί με τις αποσκευές στο καράβι, έφευγαν και τα όνειρα.

Ο βίαιος αποχωρισμός είναι πολύ σκληρός για τις ανθρώπινες καρδιές. Θα βρίσκονταν πάλι οι συγγενείς μεταξύ τους; Θα έβλεπαν πάλι οι γονείς τα παιδιά τους; Πολλά και αναπάντητα τα ερωτηματικά.

Αυτοί που “μίσευαν” δεν ήξεραν τι τους περίμενε εκεί στα ξένα. Δε γνώριζαν ούτε τη γλώσσα. Ποιο θα ήταν το μέλλον τους; Γι΄αυτό πριν “φύγουν”, στο σπίτι τους γινόταν ένα μεγάλο τραπέζι και γλέντι αποχωρισμού.΄Αν μάλιστα αυτός που ξενιτευόταν ήταν “ελεύθερος” το τραπέζι είχε και την έννοια του “τραπεζιού του γάμου του”. Μαζεύονταν συγγενείς, γείτονες και φίλοι για να ευχηθούν τα καλύτερα στη νέα πατρίδα. Και τα κρυφά δάκρυα της μάνας και του πατέρα εξαφανίζονταν γρήγορα από τα μάτια για να μην επηρεάσουν τον μέλλοντα μετανάστη.

Το ζήσαμε πολλές ελληνικές οικογένειες αυτό. Με συγγενείς, φίλους, χωριανούς που εγκατέλειπαν τη χώρα μας ψάχνοντας μια καλύτερη τύχη.

Η χειρότερη εκδοχή του “μισεμού” ήταν όταν ένα μέλος της οικογένειας,ο πατέρας, ξενιτευόταν και τα υπόλοιπα μέλη έμεναν πίσω περιμένοντας ένα γράμμα από τον ταχυδρόμο για τα νέα του, για την υγεία του. Τι λαχτάρα ήταν αυτή της αναμονής του γράμματος ! Κι όταν καθυστερούσε, χίλιες μαύρες σκέψεις περνούσαν από το μυαλό όλων. Και όσο καθόταν κοντά στην οικογένεια με την άδειά του, προσπαθούσε να αναπληρώσει το κενό της απουσίας του.

Τα τραγούδια της ξενιτιάς (με τα πολλά ονόματα) που ακούγαμε στο ραδιόφωνο ήταν τόσο αληθινά που μας πίκραιναν περισσότερο.

Όλα αυτά τα ζήσαμε σε εποχές μετά τον πόλεμο του ΄40 και τον εμφύλιο, όταν η πατρίδα μας μάζευε τις σάρκες της και προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια της. Όμως, έχαιρε ως χώρα το σεβασμό των άλλων λαών γιατί τότε υπήρχαν άνθρωποι των γραμμάτων και του πνεύματος αναγνωρίσιμοι στο εσωτερικό αλλά και στο εξωτερικό.

Δυστυχώς, μέσα σε 50 χρόνια, ξαναζούμε το ίδιο σκηνικό. Γονείς αφήνουν τα παιδιά τους σε παπούδες και γιαγιάδες, ζευγάρια αποχωρίζονται σε αναζήτηση εργασίας σε άλλες χώρες, σε άλλες πατρίδες. Νεαρά ζευγάρια που ονειρεύονταν να παντρευτούν και να κάνουν οικογένεια στην Ελλάδα φεύγουν μαζί ή στη χειρότερη περίπτωση χωρίζουν ο ένας από ΄δω κι ο άλλος από ΄κει. Τα συναισθήματα και τα όνειρα αυτών των παιδιών δε μετράνε καθόλου; Και οι γονείς πάλι κλαίνε στα κρυφά για να μην επηρεάσουν τις αποφάσεις των παιδιών. Ξέρουν όμως ότι τα χάνουν. Γιατίέπρεπε να ζήσουμε πάλι κάτι τέτοιο; Γιατί εγώ που στερήθηκα τον πατέρα μου στην παιδική μου ηλικία πρέπει τώρα να στερηθώ και τα παιδιά μου; Παρηγοριά τα κινητά τηλέφωνα και το skype που θα μπορούμε να μιλάμε και να βλέπουμε ο ένας τον άλλο, όσο ακόμα μπορούμε να πληρώνουμε το λογαριασμό.

Κατά τα άλλα τα πράγματα είναι χειρότερα τώρα γιατί οι μετανάστες (έλληνες) προέρχονται από μια χώρα που όλοι τη λοιδωρούν, μιλούν περιφρονητικά γι΄αυτήν,υποτιμητικά για τους πολίτες της.

“Τρώγατε με χρυσά κουτάλια- καλά να πάθετε”μας κατηγορούν οι πρώτης γενιάς μετανάστες συγγενείς μας του εξωτερικού (δεκαετία του ΄60). Τι να πουν τότε οι ξένοι;

Μεγάλο φορτίο σηκώνουν στις πλάτες τους όλοι αυτοί που μεταναστεύουν τώρα. Πρέπει, εκτός των άλλων να διαψεύσουν όλο αυτό το παραλήρημα που εξαπολύεται από κάθε κακοπροαίρετη πηγή εναντίον του λαού μας , να προοδεύσουν και να διαπρέψουν όπου βρεθούν στη γη και να ανυψώσουν πάλι τη χώρα και το λαό της εκεί που πρέπει.

Είμαι σίγουρη ότι θα τα καταφέρουν. Γιατί τώρα δε φεύγουν μόνο έργάτες αλλά και άνθρωποι με περγαμηνές, με σπουδαίες σπουδές και όνειρα, με όρεξη για δουλειά, παραγωγή και πρόοδο.

Είναι κρίμα όμως που αυτά τα μυαλά θα λείψουν από την Ελλάδα. Θα τα στερηθούμε όλοι μας. Θα μπορούσαν να μεγαλουργήσουν εδώ, στη χώρα τους. Να χαίρονται και οι γονείς τους που αγωνίστηκαν να τα σπουδάσουν και να απολαμβάνουν τους κόπους τους. Να βλέπουν τα παιδιά τους να κάνουν οικογένεια, να βρίσκονται κοντά στα εγγόνια τους. Δυστυχώς, τα πράγματα έχουν πάρει άλλη τροπή.

Από την άλλη πλευρά, εμείς που θα μείνουμε πίσω, ποιος ξέρει πόσο πίσωθα πάμε.Τι θα βιώσουμε και πώς θα μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε.

Πρέπει όμως, εμείς οι μεγαλύτεροι να ενθαρρύνουμε τα παιδιά μας, τους νέους μας που θα μείνουν στην πατρίδα, να αγωνιστούν με την πίστη και την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο. Να αλλάξουμε μαζί πράγματα, καταστάσεις, κατεστημένα που επί χρόνια με οδηγούς τους πολιτικούς, τους συνδικαλιστές και όποιους είχαν κάποια εξουσία, μας οδήγησαν εδώ που βρισκόμαστε σήμερα.

Και δεν εξαιρώ κανέναν από αυτούς που προανέφερα, γιατί κανείς τους ποτέ δε βγήκε να καταγγείλει το ελάχιστο που ήξερε ότι γινόταν.

Δεν ξέρω πραγματικά πώς να κλείσω το κείμενο. Με δοξασίες και ευχολόγια δε γίνεται τίποτα.
Καλή τύχη σε όλους μας.

15.09.2012
Άννα Γρινέζου-Γρηγοριάδου