Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2012

Αποκριάτικο πάρτι από το Σύλλογο "ΠΗΓΗ"


Ελάτε να διασκεδάσουμε όλοι μαζί όπως το παλιό καλό καιρό.
Ελάτε να αντισταθούμε όλοι μαζί σε όσους προσπαθούν να μας οδηγήσουν στην απομόνωση, την κατάθλιψη τη μιζέρια και την απόγνωση. 
Ελάτε να ξεχάσουμε για μια βραδιά, λέξεις και νοήματα, που μας έχουν κάνει να χάσουμε τον ύπνο μας.
Να σβήσουμε από το μυαλό μας την Τρόικα, τη Δανειακή Σύμβαση, το Μνημόνιο, το ΔΝΤ και το PSI. 
Ελάτε να γιορτάσουμε την Αποκριά, όπως τότε που ήμασταν παιδιά, όπως έκαναν πριν από μας σ΄ αυτήν εδώ την πόλη οι γονείς μας. Τότε που οι άνθρωποι ζούσαν την κάθε μέρα και την κάθε στιγμή. Τότε που είχαν το κέφι να διασκεδάζουν, χωρίς να χρειάζονται τους μισθούς ενός ολόκληρου χρόνου – πριν τους περικόψει η τρόικα – σε κάποιο ξενυχτάδικο με τα πρώτα ονόματα της νύχτας και πρώτο τραπέζι πίστα. Τους έφταναν οι γείτονες και μπορούσαν να στήσουν ένα γλέντι ρεφενέ, έτσι χωρίς πρόγραμμα. Γιατί το ήθελαν πολύ. Γιατί έβγαινε μέσα από τη ψυχή τους. Γιατί έτσι τους άρεσε. Γιατί δεν χρειαζόταν να προγραμματίσουν, να οργανώσουν, να προσκαλέσουν. Γιατί όλες οι πόρτες ήταν ορθάνοιχτες και όλοι καλεσμένοι. Γιατί ήξεραν ν΄ ανοίγουν εκτός από την πόρτα τους, την καρδιά τους και την αγκαλιά τους.

Και μεις έτσι το σκεφτήκαμε. Χωρίς πρόγραμμα. Χωρίς πολυτέλειες. Στην αίθουσα που έχει ο Σύλλογος για γραφείο, για τη συνέλευση, για την ψηφοφορία, για την εφημερίδα, για τους φίλους κάθε Τετάρτη. Ελάτε και να είστε σίγουροι, ότι θα περάσουμε καλά γιατί το θέλουμε πολύ. Μόνο όταν δεν θέλουμε κάτι δεν γίνεται. Μόνο για ότι δεν αγαπάμε, βρίσκουμε χίλιες δυο προφάσεις. 

Ελάτε να γυρίσουμε πίσω το χρόνο και να γίνουμε πάλι παιδιά. Όπως τότε, που κανείς μας δεν φοβόταν την «πτώχευση», γιατί ξέραμε πολύ καλά, τι σημαίνει φτώχεια. Τότε που δεν χρωστούσαμε πουθενά, παρά μόνο στο μπακάλη της γειτονιάς, Τότε που δεν φορούσαμε πανάκριβα ρούχα, σαν αυτά που μας πούλαγαν κάποιοι – ονόματα δε λέμε – και τα οποία έραβαν κάποιοι μετανάστες σε κάποιο υπόγειο, αλλά παλιομοδίτικα, περσινά και προπέρσινα και δεν μας ένοιαζε. Τότε που με μια «φούστα κλαρωτή και γαρίφαλο στ’ αφτί», φτιάχναμε αποκριάτικες στολές και χορεύαμε στους χωματόδρομους του Γέρακα. Τότε που ξέραμε να χαμογελάμε, να γλεντάμε και να κάνουμε όνειρα. Τότε που κάθε βράδυ πριν πούμε καληνύχτα θυμόμαστε την τελευταία φράση από την ταινία «Όσα παίρνει ο άνεμος» και λέγαμε: «Αύριο, θα είναι μια καινούργια μέρα».

Δέσποινα Δαλιάνη – Βακάλη