Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2011

Μερικές σκέψεις για τον Σοσιαλισμό και την Σοσιαλδημοκρατία - του Μηνά Ταυλαρίδη

Ο Σοσιαλισμός και η Σοσιαλδημοκρατία αποτελούν ιστορικά ρεύματα που καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό τις μορφές του πολιτεύματος πολλών κρατών σε όλον τον κόσμο και ιδιαίτερα στην Δ. Ευρώπη. Τα κόμματα που εκπροσώπησαν και αγωνίστηκαν για τις ιδέες αυτές, γεννήθηκαν αρχικά ως κόμματα του εργαζόμενου Λαού και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, που στόχευαν στην ανατροπή των καπιταλιστικών δομών των εκάστοτε κοινωνιών, διαμορφώνοντας ταυτόχρονα ένα επαναστατικό προγραμματικό πλαίσιο διεκδικήσεων για τα μέλη τους και για το σύνολο της Κοινωνίας.

Για να καταλάβουμε όμως την ιδεολογία των παραπάνω κομμάτων, θα πρέπει να δώσουμε με σαφήνεια και νηφαλιότητα, την βασική έννοια των ιδεολογιών αυτών, σύμφωνα τόσο με την μαρξιστική ανάλυση και θεωρία, όσο και με τις θέσεις και απόψεις των μετέπειτα στοχαστών των σοσιαλιστικών ιδεών, τουλάχιστον όπως εμείς την καταλαβαίνουμε μέσα από τα κείμενα τους.

Ο Σοσιαλισμός επιδιώκει την κατάργηση του καπιταλισμού, με την ταυτόχρονη αλλαγή του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, με δημοκρατικά μέσα, χωρίς δηλαδή την χρήση βίας και χωρίς την θεοποίηση της ένοπλης σοσιαλιστικής Επανάστασης. Αλλαγή που εδράζεται στο πέρασμα των μέσων παραγωγής, τα οποία ελέγχονται από τεράστια μικρές μειοψηφίες, που επιδιώκουν την μεγιστοποίηση των κερδών τους, στους άμεσους παραγωγούς των μέσων αυτών, (δηλαδή στους εργαζόμενους), οργανωμένους σε συνεταιριστική βάση και κάτω από τον συντονισμό του Κράτους.

Η σοσιαλδημοκρατία προήλθε από την μετεξέλιξη των ιδεών του σοσιαλισμού, που άρχισε στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα με τις διαμάχες του Μπερνστάιν (ηγετικής μορφής του γερμανικού σοσιαλιστικού κινήματος μετά την Ρόζα Λούξεμπουργκ και τον Καρλ Λίμπκνεχτ) και του Κάουτσκι (ρώσου σοσιαλιστή, ηγέτη των ρώσων μενσεβίκων). Η διαμάχη αυτή οδήγησε στην υιοθέτηση της πορείας προς τον σοσιαλισμό μέσα από μεταρρυθμίσεις, στα πλαίσια όμως του καπιταλιστικού συστήματος και όχι ενάντια σε αυτό. Η πορεία προς την σοσιαλδημοκρατία συνεχίστηκε, με την αφαίρεση όλο και περισσότερων αρχών και ιδεών του σοσιαλιστικού εγχειρήματος, κάτι που νομοτελειακά οδήγησε στην εγκατάλειψη κάθε υπέρβασης του καπιταλισμού και στην καθιέρωση απλώς ενός πιο δίκαιου και πιο κοινωνικού προσωπείου του καπιταλισμού. Πορεία, που τελικά κατεύθυνε τα κόμματα αυτά (τα σοσιαλδημοκρατικά) στην συμφιλίωση με τον καπιταλισμό, με σοσιαλδημοκρατικούς όρους. Η ιδεολογία της σοσιαλδημοκρατίας επικράτησε οριστικά στο συνέδριο του γερμανικού σοσιαλιστικού κόμματος το 1958, που έγινε στο προάστιο της Βόννης Bad Godesberg και στο οποίο κυριάρχησε ο Μπερνστάιν και οι απόψεις του. Οι αποφάσεις του συνεδρίου έγιναν αρχικά αποδεκτές από την γερμανική σοσιαλδημοκρατία, που ήταν κυρίαρχη και η πιο πολυπληθής στον χώρο αυτό, και σε δεύτερη φάση, χωρίς μεγάλη καθυστέρηση, από την πλειοψηφία των κομμάτων που συμμετέχουν σήμερα στην Σοσιαλιστική Διεθνή. Με λίγα λόγια η σοσιαλδημοκρατία επιδιώκει τον εξανθρωπισμό του καπιταλισμού και όχι την κατάργησή του. Στοχεύει δηλαδή σε έναν καπιταλισμό με πιο ανθρώπινο προσωπείο.

Ποια από τις δύο ιδεολογίες είναι σήμερα εφικτή και ποιοί τις πρεσβεύουν;

Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. με την ιδρυτική του διακήρυξη και τις αποφάσεις της δεύτερης και της πέμπτης συνόδου της Κεντρικής του Επιτροπής, προσπάθησε και έδωσε πράγματι ένα σοσιαλιστικό όραμα στον Λαό μας, που συσπείρωσε τις πιο προοδευτικές και αριστερές δυνάμεις της μεταχουντικής περιόδου. Το όραμα αυτό άρχισε να ξεφτίζει, όταν το κόμμα έγινε πολυσυλλεκτικό και το πάνω χέρι πήραν οι δυνάμεις που προέρχονταν από την πρώην Ένωση Κέντρου. Τότε και με δικαιολογία, ότι στόχος είναι η κατάληψη της Κυβερνητικής Εξουσίας στην Ελλάδα, άρχισε να διαγράφει από την ιδεολογία του και από τις αρχές του, ως δια μαγείας και χωρίς πολλές τυμπανοκρουσίες τις βασικές έννοιες του σοσιαλισμού (κυρίως την αλλαγή που πρέσβευε στον τρόπο παραγωγής του πλούτου και το πέρασμα των μέσων παραγωγής στα χέρια των εργαζομένων) και τελικά ενστερνίστηκε πλήρως τις θέσεις και τις αρχές της Σοσιαλδημοκρατίας. Ειλικρινά δεν γνωρίζω άλλο κόμμα τουλάχιστον στην Ευρώπη, που να στοχεύει στην κατάργηση του καπιταλιστικού συστήματος με ειρηνικά και δημοκρατικά μέσα και το πέρασμα των μέσων παραγωγής στους εργαζόμενους. Και βέβαια δεν μπορεί να γίνει αναφορά στα κομμουνιστικά κόμματα, τα οποία μιλούν ακόμη για την δικτατορία του προλεταριάτου, τον κρατικισμό και άλλα σοβιετικού τύπου ιδεολογικά απολιθώματα, τα οποία όχι μόνο η ιστορία αλλά και η ίδια η ζωή τα έχει ξεπεράσει.

Σοσιαλδημοκρατικά κόμματα με δεξιές ή και αριστερές αποκλίσεις είναι τα περισσότερα από τα κόμματα που ανήκουν στην Σοσιαλιστική Διεθνή.

Γιατί όμως έχουμε αυτήν την για πολλούς ανεξήγητη στροφή των σοσιαλιστικών κομμάτων προς την σοσιαλδημοκρατία; Τα κόμματα έχουν ή πρέπει να έχουν στόχο τους να εφαρμόσουν τις θέσεις τους και την ιδεολογία τους και αυτό μπορεί να γίνει μόνο όταν έρθουν στην εξουσία, αναλαμβάνοντας την διακυβέρνηση της Χώρας όπου και δραστηριοποιούνται. Πραγματικά δεν μπορώ να καταλάβω τον λόγο ύπαρξης κάποιων κομμάτων, με ιστορία ογδόντα και ενενήντα χρόνων που διατηρούν χωρίς καμία αλλαγή το ιδεολογικό τους στίγμα από την ημέρα που ιδρύθηκαν μέχρι σήμερα και τα οποία ουδέποτε μέχρι τώρα, όχι μόνο δεν κατόρθωσαν να πλησιάσουν έστω στο να κυβερνήσουν μια Χώρα, αλλά και το εκλογικό τους ποσοστό βρίσκεται αρκετά κάτω από διψήφιο νούμερο. Πιστεύω ότι τα κόμματα αυτά δεν έχουν κανένα λόγο ύπαρξης, εάν δεν διαμορφώσουν την ιδεολογία τους και δεν την προσαρμόσουν στις σημερινές συνθήκες και δεν βάλουν ως στόχο την εφαρμογή της στις Χώρες τους, όντας τα ίδια στην Κυβέρνηση ή συγκυβερνώντας με συνασπισμό άλλων κομμάτων.

Για να επιτευχθεί ο στόχος των σοσιαλιστικών κομμάτων να κυβερνήσουν, έπρεπε αυτά να αντιμετωπίσουν την σθεναρή αντίσταση των δεξιών συντηρητικών κομμάτων, που εκπροσωπούν παραδοσιακά τον καπιταλιστικό τρόπο δομής των μέσων παραγωγής και της κοινωνίας και την αστική τάξη, που λυσσαλέα προσπαθεί να τα διατηρήσει στην εξουσία. Και στα χέρια των δεξιών αυτών κομμάτων βρίσκονται πολλά μέσα και κυρίως τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. (ΠΡΟΣΟΧΗ : δεν αναφέρομαι συγκεκριμένα σε κανένα Μ.Μ.Ε. και βέβαια δεν εξαιρώ από αυτά το διαδίκτυο). Τα οποία, πολύ εύστοχα τα ονομάζει μειλίχιο τέρας, ο ιταλός στοχαστής Ραφαέλε Σιμόνε στο βιβλίου του, <Το μειλίχιο Τέρας>. Το τέρας αυτό είναι ένα πρότυπο παγκόσμιας κουλτούρας, που κατευθύνεται από τα πολυεθνικά συγκροτήματα και τα παγκόσμια κέντρα χρηματοπιστωτικής εξουσίας, που στοχεύουν στην ώθηση της Κοινωνίας και των υποκειμένων της στην αχαλίνωτη κατανάλωση, προς όφελος του κέρδους τους και της διατήρησης τους στην εξουσία , μέσα από την συνεχή επίκληση της λαϊκής βούλησης. Αυτό το μειλίχιο τέρας διαμορφώνει τους όρους της Νέας Δεξιάς, που ρυμουλκεί την κοινωνία πίσω από ένα αντιδημοκρατικό καθεστώς, στο οποίο οι πολίτες απαθείς, σύρονται ερήμην τους στην κοινωνική απαξίωση των πάντων, απομονώνονται και ατομικοποιούνται, αποφεύγοντας επιμελώς την συλλογική δράση.

Για να μπορέσουν τα σοσιαλιστικά και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα να γίνουν κόμματα εξουσίας και να διεκδικήσουν με αξιώσεις την διακυβέρνηση των Χωρών τους με ειρηνικά πάντα μέσα, αναγκάζονται διαχρονικά να βάλουν νερό στο κρασί τους και να προσεγγίζουν τα δεξιά κόμματα, τα οποία όπως περιγράψαμε παραπάνω, διαχέουν μέσα στον Λαό τις δικές τους ιδέες και την δική τους ιδεολογία, που ωραιοποιώντας την με τα μέσα που διαθέτουν, γίνεται πιο αρεστή στα ανθρώπινα υποκείμενα. Έτσι τα αριστερά κόμματα, αφαιρώντας στον βωμό της εξουσίας κάθε τόσο και λίγο από την ιδεολογία τους, καταντούν στο τέλος να μην έχουν ουσιαστικές διαφορές με τα δεξιά αστικά κόμματα, όχι αν θέλετε τόσο στην ιδεολογία τους, αλλά κυρίως στις πρακτικές τους.

Ταυτόχρονο έχουμε από την μεριά των ανθρώπων που κυριαρχούν σε παγκόσμιο επίπεδο και που αποτελούν μόλις το 0,2% του παγκόσμιου κοινωνικού ιστού, ελέγχοντας όμως το 70% του συνολικού παγκόσμιου πλούτου, την εμφάνιση ενός νέου όπλου από την φαρέτρα τους, της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, σαν μέσο διατήρησης των προνομίων και των κερδών τους, σε βάρος βέβαια όλων των υπολοίπων κοινωνικών ομάδων. Θα προσπαθήσουμε να καταγράψουμε την συντριβή της σοσιαλδημοκρατίας μπροστά στην λαίλαπα αυτή της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης.

Στην πρώιμη μεταπολεμική περίοδο (1945 – 1975) έχουμε την χρυσή εποχή της σοσιαλδημοκρατίας (και όχι βέβαια του σοσιαλισμού), ιδίως στην Δυτική Ευρώπη. Έχουμε μια καπιταλιστική κοινωνία, οι δομές της οποίας δεν πειράχτηκαν καθόλου, τα μέσα παραγωγής παραμένουν στους ιδιοκτήτες τους, οι οποία με την υπεραξία που παράγουν οι εργαζόμενοι σε αυτά, πλουταίνουν καθημερινά και περισσότερο και δυστυχώς ο πλούτος αυτός είναι και ανεξέλεγκτος. Ταυτόχρονα όμως έχουμε, σε βαθμό αρκετά μεγάλο θα μπορούσαμε να πούμε, έναν συνδυασμό της υψηλής παραγωγικότητας στον οικονομικό χώρο, με την ταυτόχρονη κοινωνική συνοχή και δικαιοσύνη στον κοινωνικό και μιας κάποιας αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στον πολιτικό χώρο. Στο τέλος όμως της δεκαετίας του 1970 η ισορροπία που είχε επιτευχθεί μεταξύ του κεφαλαίου και της εξαρτημένης εργασίας άρχισε σταδιακά να εξαφανίζεται, γιατί το Κεφάλαιο, βλέποντας τα κέρδη του να μικραίνουν, αντέδρασε και μάλιστα πολλές φορές βίαια, όπως στην περίπτωση της Χιλής με το πραξικόπημα της CIA της 11ης Σεπτεμβρίου 1973 ενάντια στην εκλεγμένη σοσιαλιστική κυβέρνηση του Σαλβατόρ Αλιέντε.

Έτσι επέβαλε την καθιέρωση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, συρρικνώνοντας το Κράτος – Έθνος, καταργώντας στην πράξη το δικαίωμα του Κράτους για αυτονομία, καθιστώντας το ανίκανο να ελέγξει μέσα στα εθνικά σύνορά του τις κινήσεις του κεφαλαίου. Γιατί όταν οι όποιες αριστερές ή σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις ή ακόμη και τα συνδικάτα, προσπαθούν να βάλουν κάποιο φραγμό και να ασκήσουν κάποιον έλεγχο στο κεφάλαιο, αυτό μέσα από τις νέες τεχνολογίες και το νεοφιλελεύθερο θεσμικό πλαίσιο, δραπετεύει σε χώρες όμορες ή μη, που δεν υπάρχει ούτε ίχνος εργατικής νομοθεσίας που να προστατεύει τα δικαιώματα του εργαζόμενου, και που ταυτόχρονο η τιμή της εργασίας είναι απελπιστικά φθηνή, οι δεν συνθήκες εργασίας πραγματικά πρωτόγονες. Αποτέλεσμα αυτής της στοχευόμενης αποχώρησης του Κεφαλαίου, είναι η άνοδος της ανεργίας και η συρρίκνωση τους κοινωνικού πλούτου, με άμεσες συνέπειες στα ασθενέστερα κυρίως κοινωνικά στρώματα.

Στα πλαίσια αυτά η σοσιαλδημοκρατία υπέστη μια συντριβή. Γιατί και απροετοίμαστη ήταν και δεν μπόρεσε να αντιτάξει μια πειστική εναλλακτική πρόταση. Αναγκάστηκε να αποδεχτεί, πλήρως πολλές φορές, το μοντέλο της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, πιστεύοντας ότι η πλήρης απελευθέρωση της αγοράς θα έδινε ταυτόχρονα μια νέα ώθηση στην αύξηση του συνολικού κοινωνικού πλούτου, τον οποίον, εφόσον θα ήταν πλέον μεγαλύτερος, θα μπορούσε να τον μοιράσει με μορφή οικονομικών και κοινωνικών παροχών στους εργαζόμενους. Και έχοντας σαν γνώμονα δύο αξιακές αρχές της, την αύξηση του ΑΕΠ και την δημιουργικότητα του κεφαλαίου, παραδόθηκε αμαχητί στα σχέδια του παγκόσμιου καπιταλισμού, μη μπορώντας να συνθέσει ένα εξισορροπητικό σχέδιο ελέγχου των αγορών από την πολιτική, με αποτέλεσμα πλέον την σημερινή πλήρη κυριαρχία των αγορών. Και στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφέρουμε, ότι η άρνηση των σημερινών ευρωπαίων ηγετών να βάλουν φρένο στις αγορές, δεν εναπόκειται στο ότι δεν μπορούν ή στο ότι δεν συντονίζονται. Αλλά είναι ένα καθαρά ιδεολογικό ζήτημα. Στην Ευρώπη δηλαδή, όπου οι δεξιές κυβερνήσεις κυριαρχούν στην τεράστια πλειοψηφία των κρατών μελών της Ε.Ε. και οι οποίες εξυπηρετούν τα συμφέροντα του μεγάλου ντόπιου και ξένου κεφαλαίου, δεν μπορούν να πάνε κόντρα στις επιθυμίες και στα συμφέροντα αυτών που τους έφεραν στην εξουσία. Και όσο η παρέα αυτή κυβερνάει την Ευρώπη, δεν υπάρχουν περιθώρια εναλλακτικής προοδευτικής ή αριστερής προοπτικής.

Και για να βγάλουμε κάποια συμπέρασμα από τα παραπάνω, θα ήταν σκόπιμο να ανατρέξουμε στον Λέο Τρότσκι, ο οποίος στην συνεχή διαμάχη του με τον Στάλιν είχε διατυπώσει την άποψη, ότι είναι ουτοπία ο κομμουνισμός ή ο σοσιαλισμός σε μια μόνο χώρα. Δυστυχώς είχε δίκαιο, όχι μόνο για το εγχείρημα της πρώην ΕΣΣΔ, αλλά και για την δική μας εποχή. Γιατί μέσα σε ένα τόσο ζοφερό περιβάλλον της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, δεν έχουν καμιά προοπτική επιτυχίας σοσιαλιστικά πειράματα σε μεμονωμένες χώρες. Και αναφερόμαστε εδώ στην δική μας χώρα, στην οποία μέσα στις σημερινές συνθήκες και συγκυρίες, κανένα κόμμα, κατά την ταπεινή μας άποψη, δεν έχει περιθώρια να αναπτύξει ένα νέο σοσιαλιστικό ή σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα εξουσίας και πολύ περισσότερο δεν έχει καμιά προοπτική να εφαρμόσει ένα τέτοιο πρόγραμμα. Μόνο όταν οι αριστερές και προοδευτικές δυνάμεις μέσα από τα σοσιαλιστικά και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα ή κινήματα, παραγκωνίζοντας τις εσωτερικές τους διαιρέσεις και τις όποιες μη ουσιαστικές διαφορές τους, κατορθώσουν να παρουσιάσουν μια σοβαρή πλατφόρμα διακυβέρνησης των χωρών τους και κατά επέκταση της Ευρώπης, πείθοντας τους Λαούς και ξανακερδίζοντας την εμπιστοσύνη των εργαζομένων, θα μπορέσει να υπάρξει μια ελπίδα, ότι κάποτε στο μέλλον είναι δυνατόν να γίνει θετικά βήματα προς την κατεύθυνση του σοσιαλισμού. Και δεν είναι αμελητέο το γεγονός, ότι η Σοσιαλιστική Διεθνής, στην πρόσφατη σύνοδό της στην Αθήνα, έβαλε τους θεμελιακούς στόχους για την προοπτική αυτή. Στόχοι που εδράζουν πρώτον στην πολιτική και οικονομική ενοποίηση της Ευρώπης, με σαφή σοσιαλδημοκρατικά χαρακτηριστικά και με εμφανή τον προσανατολισμό στην σοσιαλιστική προοπτική. Και κατά δεύτερον στην μερική αποπαγκοσμιοποίηση, έννοια που όλο και περισσότερο αναφέρεται από αριστερούς στοχαστές, ιδεολόγους και πολιτικούς, η οποία δημιουργώντας ένα παγκόσμιο σοκ στις δομές της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, θα στοχεύει στον περιορισμό και μακροπρόθεσμα στην κατάργηση της ανεξέλεγκτης κυκλοφορίας του κερδοσκοπικού κεφαλαίου και στην αναθεώρηση της οικονομίας της αγοράς, σαν της μόνης προοπτικής για την οικονομική και πολιτική διακυβέρνηση της Ενωμένης Ευρώπης. Μέσα από αυτές τις προοπτικές θα μπορούσε κανείς να πει, ότι μακροπρόθεσμα και ίσως από την επόμενη γενιά, θα μπορέσουν στην Ευρώπη και στην Χώρα μας, να υπάρξουν οι συνθήκες εκείνες, που ο σοσιαλισμός θα γίνει ορατός.

Ο Μηνάς Ταυλαρίδης είναι κάτοικος Γέρακα και έχει διατελέσει
Γενικός Γραμματέας - Πρόεδρος της Ο.Ε.Φ.Ε. (Ομοσπονδία Ελληνικών Φοιτητικών Ενώσεων Δ. Γερμανίας)
Αντιπρόεδρος του A.St.A. (Γενικός σύλλογος φοιτητών του Πανεπιστημίου του Saarland)
Πρόεδρος του συλλόγου ελλήνων φοιτητών στο Saarland.
Πρόεδρος της ελληνικής κοινότητας στο Saarland
Μέλος αντιδικτατορικών επιτροπών στη Γερμανία
Μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΠΑ.ΣΟ.Κ.